Η πολυλογού καλαμιά και ο χαρταετός που δεν μπορούσε να πετάξει

Κατερίνα Μιχαηλίδου

Ήταν ένα μικρό αλλά πολύ φωτεινό αστεράκι, που αυτό το βράδυ μαζί με τα χιλιάδες άλλα αστέρια έριχναν το φως τους στο ποτάμι που την ημέρα έσφυζε από ζωή από τα μικρά και τα μεγάλα ζώα του βάλτου. Αυτή την ώρα όμως που όλα κοιμόντουσαν, ένα κλάμα έσπαγε την ησυχία. Το αστεράκι έριξε όλο το φως του προς τα εκεί από όπου ακουγόταν ο ήχος. Ήταν μια καλαμιά που έκλεγε, φαινόταν απαρηγόρητη.

«Γιατί κλαις;» τη ρώτησε το αστεράκι. Η καλάμια ξαφνιασμένη σκούπισε τα δάκρυα της και του απάντησε: «Κανένα πλάσμα του βάλτου δεν με θέλει για φίλη, ο κυρ βάτραχος χθες μου είπε ότι τον ζαλίζω με την πολυλογία μου, το ελάφι πηγαίνει πιο πέρα για να πιει νερό για να μη με συναντήσει ακόμα και τα πουλιά κάθονται σε άλλες καλαμιές. Όλοι με φωνάζουν πολυλογού και με αποφεύγουν, εγώ όμως τους πιάνω την κουβέντα γιατί αληθινά ενδιαφέρομαι για αυτά, θέλω να μαθαίνω για τη ζωή τους, για την οικογένεια τους, θέλω να μου λένε για τα μέρη που πηγαίνουν μακριά από αυτόν τον βάλτο. Θέλω να τους μιλάω από καλοσύνη. Αχ! γιατί να είμαι τόσο διαφορετική, γιατί να μη μπορώ να κρατήσω το στόμα μου κλειστό και να αδιαφορώ όπως κάνουν οι υπόλοιπες καλαμιές; Το ενδιαφέρον και η καλοσύνη έχουν αποτέλεσμα να μένω μόνη μου. Δεν θα έχω ποτέ έναν φίλο.»

«Ησύχασε, μην κλαις. Η καρδιά σου είναι γεμάτη από καλοσύνη και σίγουρα θα βρεις έναν φίλο που θα θέλει να σε ακούει και να σου μιλάει για τη ζωή του. Κάποιον, που θα είναι διαφορετικός και θα αισθάνεται μόνος του. Και μάλιστα είμαι σίγουρο ότι θα τον βρεις πολύ σύντομα. Ίσως τον συναντήσεις και το πρωί, κοιμήσου τώρα» είπε το αστεράκι και φεύγοντας έριξε λίγη αστερόσκονη στο ποτάμι.

Όταν ξημέρωσε, η καλαμιά προσπαθούσε να καταλάβει αν το αστεράκι πραγματικά της είχε μιλήσει ή αν το είχε δει σε όνειρο. Καθώς όμως τα σκεφτόταν αυτά, είδε ένα πολύχρωμο αντικείμενο στην όχθη του ποταμού.

«Καλημέρα,», του είπε, «έχεις πολύ όμορφα χρώματα αλλά τι είσαι; δεν σε έχω ξαναδεί εδώ πέρα.»

«Είμαι χαρταετός, δηλαδή ήμουν, τώρα πια δεν μπορώ να πετάξω έχει καταστραφεί η ουρά μου. Θέλεις να σου μιλήσω για τα ταξίδια που έκανα όταν ακόμα πετούσα; Έχω δει όλο τον κόσμο από ψηλά, θα σου τα πω όλα με λεπτομέρειες, αλλά δεν σε ρώτησα θέλεις να γίνεις φίλη μου;»

«Φυσικά και θέλω» είπε η καλαμιά, «νιώθω πολύ μοναξιά όλοι με αποφεύγουν και εγώ θέλω τόσο πολύ να μιλάω με όλους.»

«Ωραία τότε» απάντησε ο χαρταετός και άρχισε να της λέει την ιστορία του, οτι κάποτε τον αγόρασε και τον έκανε δώρο στον γιο του ένας άνδρας και το πόσο του άρεσε που τον έπαιρναν μαζί τους παντού, ότι η πολύχρωμη ουρά του ανέμιζε ψηλά στον ουρανό και αισθανόταν ευτυχισμένος για πολλά χρόνια, ώσπου μια μέρα έσπασε ο σπάγκος που τον κρατούσαν και χάθηκε. Η ουρά του καταστράφηκε για αυτό δεν μπορούσε πια να πετάξει.

«Έχω μια ιδέα, θα σου δώσω λίγα από τα φύλλα μου για να φτιάξεις μια καινούργια ουρά για να πετάς, αρκεί να μου υποσχεθείς ότι θα έρχεσαι να μιλάμε.» είπε η καλαμιά.

«Σου το υπόσχομαι» απάντησε ο χαρταετός

Έτσι και έκαναν, ο χαρταετός κάθε μέρα πέταγε ψηλά με την καινούργια του ουρά, όμως κάθε βράδυ γύριζε στη φίλη του και της περιέγραφε τα ταξίδια του.

Το αστεράκι με τα χρόνια μεγάλωσε αλλά ακόμα κάθε βράδυ φωτίζει τους δυο αγαπημένους φίλους που μιλούν μέχρι το ξημέρωμα.

Subscribe
Notify of
2 Σχόλιο
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
Μαρία Πουλαντεράκη
2 years ago

Η ισχύς εν τη ενώσει!!! Ωραία η κατάληξη με τη φιλία των δύο μοναχικών και απελπισμένων….

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΣΑΡΧΗ
2 years ago

Πολύ τρυφερή ιστορία γεμάτη όμορφες εικόνες και διδάγματα.

2
0
Θα ήθελα τις σκέψεις σας, παρακαλώ σχολιάστε.x
()
x